ΜΑΝΤΑΜ ΕΝΤΟΥΑΡΝΤΑ

8,18 

Εάν όλα σε φοβίζουν, διάβασε αυτό το βιβλίο, προηγουμένως όμως άκουσέ με: αν γελάσεις, σημαίνει πως φοβάσαι. Νομίζεις πως ένα βιβλίο είναι κάτι το άψυχο. Μπορεί. Αν όμως υποθέσουμε, όπως μπορεί να συμβεί, ότι δεν ξέρεις να διαβάζεις; Μήπως θα ‘πρεπε να τρομοκρατηθείς. . .; Είσαι μόνος; Κρυώνεις; Ξέρεις ως ποιο σημείο ο άνθρωπος είν’ “εσύ ο ίδιος”; Ηλίθιος; Και γυμνός; (ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΤΗΣ ΕΚΔΟΣΗΣ)

Η Μαντάμ Εντουαρντά γράφτηκε Σεπτέμβριο-Οκτώβριο του 1940 και κυκλοφόρησε τον Δεκέμβριο του ίδιου χρόνου, στις Editions du Solitaire, με το ψευδώνυμο Pierre Angιlique. Επανεκδόθηκε το 1956 στις εκδόσεις Jean-Jacques Pauvert με το ίδιο ψευδώνυμο, αυτή τη φορά επαυξημένη με ενυπόγραφη εισαγωγή του Μπατάιγ, η οποία συμπεριλαμβάνεται και στην παρούσα έκδοση.
Η ελληνική έκδοση περιλαμβάνει και προσχεδιάσματα του Μπατάιγ για την εισαγωγή και για μια συνέχεια της Μαντάμ Εντουαρντά.
Στον αφηγητή, που από την πρώτη φράση του αναφέρεται στη “βρωμερή και συναρπαστική” αγωνία του που τον διαλύει παρουσιάζεται εδώ ο Θεός με τη μορφή της Μαντάμ Εντουαρντά, ιερόδουλης σε παρισινό πορνείο. Ανάμεσα στη φιλοσοφική περίσκεψη και τις ερωτικές σκηνές, μέσα από τα ονόματα του Χέγκελ, της Εντουαρντά και του Θεού, το ολιγοσέλιδο αυτό κείμενο κατακρημνίζει με μια μόνη κίνηση και τη θρησκεία και τη φιλοσοφία του μπουντουάρ.
“Εγώ ο ίδιος που έγραψα την Μαντάμ Εντουαρντά”, ξεκινάει την εισαγωγή του ο Μπατάιγ, “επέστησα την προσοχή στη σοβαρότητα του βιβλίου μου. Ωστόσο θεωρώ χρήσιμο να επιμείνω κι άλλο σ’ αυτό το σημείο λόγω της ελαφρότητας με την οποία συνηθίζεται ν’ αντιμετωπίζονται τα κείμενα που θέμα τους έχουν τη σεξουαλική ζωή. Όχι πως ελπίζω -ή πως προτίθεμαι- ν’ αλλάξω οτιδήποτε σ’ αυτή την κατάσταση, ζητώ όμως απ’ τον αναγνώστη της Εισαγωγής μου να στοχαστεί για λίγο πάνω στην παραδοσιακή στάση που τηρείται απέναντι στην ηδονή (η οποία, με το παιχνίδι που παίζουν μεταξύ τους τα φύλα, φτάνει στην ξέφρενη ένταση) και στην οδύνη (την οποία, είν’ αλήθεια, καταστέλλει ο θάνατος, αφού όμως την εξωθήσει στο χείριστο σημείο). […] Στην περίπτωση, λοιπόν, που ο ερωτισμός αντιμετωπίζεται με σοβαρότητα, με τραγικότητα, η αντιμετώπιση αυτή αποτελεί μια ολοκληρωτικά ανατρεπτική στάση”.

Διαθέσιμο κατόπιν παραγγελίας

Κωδικός προϊόντος: NO ISBN 00000035--- Κατηγορία:

Περιγραφή

Εάν όλα σε φοβίζουν, διάβασε αυτό το βιβλίο, προηγουμένως όμως άκουσέ με: αν γελάσεις, σημαίνει πως φοβάσαι. Νομίζεις πως ένα βιβλίο είναι κάτι το άψυχο. Μπορεί. Αν όμως υποθέσουμε, όπως μπορεί να συμβεί, ότι δεν ξέρεις να διαβάζεις; Μήπως θα ‘πρεπε να τρομοκρατηθείς. . .; Είσαι μόνος; Κρυώνεις; Ξέρεις ως ποιο σημείο ο άνθρωπος είν’ “εσύ ο ίδιος”; Ηλίθιος; Και γυμνός; (ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΤΗΣ ΕΚΔΟΣΗΣ)

Η Μαντάμ Εντουαρντά γράφτηκε Σεπτέμβριο-Οκτώβριο του 1940 και κυκλοφόρησε τον Δεκέμβριο του ίδιου χρόνου, στις Editions du Solitaire, με το ψευδώνυμο Pierre Angιlique. Επανεκδόθηκε το 1956 στις εκδόσεις Jean-Jacques Pauvert με το ίδιο ψευδώνυμο, αυτή τη φορά επαυξημένη με ενυπόγραφη εισαγωγή του Μπατάιγ, η οποία συμπεριλαμβάνεται και στην παρούσα έκδοση. 
Η ελληνική έκδοση περιλαμβάνει και προσχεδιάσματα του Μπατάιγ για την εισαγωγή και για μια συνέχεια της Μαντάμ Εντουαρντά.
Στον αφηγητή, που από την πρώτη φράση του αναφέρεται στη “βρωμερή και συναρπαστική” αγωνία του που τον διαλύει παρουσιάζεται εδώ ο Θεός με τη μορφή της Μαντάμ Εντουαρντά, ιερόδουλης σε παρισινό πορνείο. Ανάμεσα στη φιλοσοφική περίσκεψη και τις ερωτικές σκηνές, μέσα από τα ονόματα του Χέγκελ, της Εντουαρντά και του Θεού, το ολιγοσέλιδο αυτό κείμενο κατακρημνίζει με μια μόνη κίνηση και τη θρησκεία και τη φιλοσοφία του μπουντουάρ. 
“Εγώ ο ίδιος που έγραψα την Μαντάμ Εντουαρντά”, ξεκινάει την εισαγωγή του ο Μπατάιγ, “επέστησα την προσοχή στη σοβαρότητα του βιβλίου μου. Ωστόσο θεωρώ χρήσιμο να επιμείνω κι άλλο σ’ αυτό το σημείο λόγω της ελαφρότητας με την οποία συνηθίζεται ν’ αντιμετωπίζονται τα κείμενα που θέμα τους έχουν τη σεξουαλική ζωή. Όχι πως ελπίζω -ή πως προτίθεμαι- ν’ αλλάξω οτιδήποτε σ’ αυτή την κατάσταση, ζητώ όμως απ’ τον αναγνώστη της Εισαγωγής μου να στοχαστεί για λίγο πάνω στην παραδοσιακή στάση που τηρείται απέναντι στην ηδονή (η οποία, με το παιχνίδι που παίζουν μεταξύ τους τα φύλα, φτάνει στην ξέφρενη ένταση) και στην οδύνη (την οποία, είν’ αλήθεια, καταστέλλει ο θάνατος, αφού όμως την εξωθήσει στο χείριστο σημείο). […] Στην περίπτωση, λοιπόν, που ο ερωτισμός αντιμετωπίζεται με σοβαρότητα, με τραγικότητα, η αντιμετώπιση αυτή αποτελεί μια ολοκληρωτικά ανατρεπτική στάση”.

Επιπρόσθετες Πληροφορίες

Συγγραφέας

Έτος

ISBN

Εκδόσεις

Προμηθευτής

Έκπτωση Προμηθευτή

Μετάφραση

Άλλα