ΕΝΕΚΕΝ ΤΕΥΧΟΣ 41 – ΙΟΥΛΙΟΣ – ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ – ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΣ 2016

10,01 

Τα τρία Μπέγιογλου
Ο μύθος μιας λεωφόρου το σούρουπο
Enis Batur
H κίνηση στο Μπέγιογλου αρχίζει από δύο διαφορετικά σημεία, όπως δυο κοψίματα στην ίδια σάρκα, δυο πληγές από μαχαίρι που ανοίγουν και διασταυρώνονται, μπλέκοντας η μία με την άλλη. Ο Πύργος του Γαλατά είναι το σημείο που ενώνονται οι δύο αυτές γραμμές, αφήνοντας να φανούν οι ματωμένοι ιστοί, οι κομμένοι μύες, τα νεύρα, το πλάσμα και το πύον. Πολλοί Κωνσταντινουπολίτες επέλεγαν πάντα το σημείο αυτό της πόλης για να κάνουν τον σταυρό τους. Μπορούμε να διαπιστώσουμε πως το έβλεπαν από χρόνια σαν ένα όργανο που έπασχε από γάγγραινα, ένα έλος που θα ήταν καλύτερα να αποξηρανθεί, ένα στοιχείο που η μνήμη θα έπρεπε να αποβάλει, να διαγράψει, να πετάξει, τόσο πολύ τους ταράζει, τόσο το παρελθόν όσο και το παρόν του. Όπως συμβαίνει πάντα, όμως, στην άλλη όψη του νομίσματος είναι χαραγμένη μια τελείως διαφορετική και καθ’ όλα αντίθετη οπτική για το Μπέγιογλου: η διαδρομή από την πλατεία Ταξίμ μέχρι το Τούνελ αντιπροσωπεύει πολλά περισσότερα από έναν απλό λιθόστρωτο δρόμο, από μια απλή λεωφόρο. Είτε την αποκαλέσουμε Μεγάλη οδό του Πέρα, ή Κεμπίρ, Ιστικλάλ ή Μπέγιογλου, από αυτήν την πυώδη πληγή περνάει η κεντρική αρτηρία, η κεντρική φλέβα της πόλης.
Ωστόσο, παρά το μέγεθος και το εύρος της, δεν τίθεται θέμα σύγκρισης με τα Ηλύσια Πεδία στο Παρίσι ή την Πέμπτη Λεωφόρο στη Νέα Υόρκη. Εξάλλου, στις περισσότερες πόλεις ανά τον κόσμο μπορεί να βρει κανείς μεγάλες λεωφόρους της ίδιας εποχής που έχουν αναπτύξει ένα σύγχρονο προφίλ σε συνάρτηση με το αλλοτινό κύρος τους. Όπως και να έχει, οφείλουμε να παρατηρήσουμε πως η Ιστικλάλ είναι φορέας αμέτρητων πραγματικοτήτων που αποδίδονται στη γοητεία, στη σωρεία συμβόλων ή στις αναθυμιάσεις ζωής που προέρχονται από την καθεμιά από αυτές: κατά τη γνώμη μου, δεν πρόκειται τόσο για υπεροχή στυλ ή ύφους, σίγουρα όχι: στην πραγματικότητα, είναι μάλλον αυτό το συνονθύλευμα από ανθρώπους, εικόνες, φήμες ή εφιάλτες των 150 χρόνων ιστορίας της, που φέρνει από το χθες στο σήμερα όλο αυτό το διάστημα που πέρασε σχεδόν άυπνα, και μάλιστα με τέτοιο ρυθμό εξέλιξης, αντίστοιχο με ποταμού μεγάλης ροής —για τον λόγο αυτό, εξάλλου, δεν συγκρίνεται με καμία άλλη.
Ο λόγος αυτός της «μελοδραματικής νοσταλγίας», που όσοι θα ήθελαν να σβήσουν το Μπέγιογλου από τον χάρτη, αν είχαν τα μέσα, δεν σταματούν να αναμασούν, εδώ και πάνω από το ένα τέταρτο του αιώνα, ως κριτήριο για την απόφαση αυτή, θα έπρεπε να έχει καταργηθεί από καιρό, όχι γιατί τέτοιου τύπου νοσταλγίες δεν είναι απαραίτητες, αλλά απλά γιατί μια τέτοια προσέγγιση εκφράζει μια μειωτική, αφύσικη οπτική αυτής της λεωφόρου και ενός ιδιαίτερου τρόπου ζωής που προσπάθησε να ανοιχτεί από εκεί σε ολόκληρη την πόλη. Εξάλλου, από τις όχθες του Βοσπόρου μέχρι τη λεωφόρο Μπαγκντάντ, περνώντας από τα Πριγκηπόνησα και έως το Μόδι, η Κωνσταντινούπολη δεν ήταν πάντα φορέας ενός νεολεβαντίνικου τρόπου ζωής;
Αυτοί που δεν αισθάνονταν καλά με το παρόν, προτίμησαν να ξαναβυθιστούν στο παρελθόν για να ξεθάψουν το Μπέγιογλου. Αυτή η πόλη μέσα στην πόλη, που ξεκινά από τον άξονα Ταξίμ-Τούνελ και, μέσα από δεκάδες δαιδαλώδη μικρά δρομάκια, εκτείνεται σε μια πολύ πιο ευρεία περιοχή, περικλείοντας τον Γαλατά ή τη λεωφόρο Μεσρουτιγιέτ, μέχρι το Τοπ Χανέ από τη μία και το Ντολάπντερε από την άλλη, δεν αποτελεί απλώς το κέντρο του εξευρωπαϊσμού, της κοινωνίας της κατανάλωσης, των εναλλακτικών τρόπων ζωής ή την εστία που φιλοξενεί ένα κοινωνικό στρώμα που περιθωριοποιείται με τη δικαιολογία πως «είναι ξένο προς εμάς»: υπήρξε, επίσης, θύρα εξόδου για όλους αυτούς που ένιωθαν εγκλωβισμένοι στα αφόρητα πληκτικά ήθη και έθιμα της Κωνσταντινούπολης και που ήθελαν να ξεφύγουν από αυτόν τον καταπιεστικό τρόπο ζωής. Όταν μια πόλη γίνεται φυλακή, καταλήγει πάντα να ραγίζει από τη μία ή την άλλη πλευρά: αργά ή γρήγορα, επιβάλλεται η εκδίκηση της ελευθερίας. …
Aπόσπασμα από το διήγημα του Enis Batur που δημοσιεύεται στο τεύχος του ΕΝΕΚΕΝ αφιερωμένο στη σύγχρονη τουρκική λογοτεχνία. Ο Ενίς Μπατούρ (Εnis Batur) γεννήθηκε το 1952 στο Εσκισεχίρ. Απόφοιτος του γαλλόφωνου λυκείου Σαν Ζοζέφ της Κωνσταντινούπολης, ακολούθησε σπουδές φιλολογίας και φιλοσοφίας στην Άγκυρα, στην Κωνσταντινούπολη και στο Παρίσι. Ποιητής ήδη από την εφηβεία του, δεν αργεί να διευθύνει λογοτεχνικά περιοδικά, έπειτα εργάζεται στον έντυπο Τύπο, προτού αφοσιωθεί με επιτυχία στον τομέα των εκδόσεων. Το όνομά του παραμένει συνδεδεμένο με τις εκδόσεις Yapi Kredi Yayinları (YKY) της Κωνσταντινούπολης, τις οποίες ίδρυσε το 1992 και διηύθυνε μέχρι το 2004, εκδίδοντας και επανεκδίδοντας ιδίως έργα πολλών από τους πιο σημαντικούς Τούρκους συγγραφείς του 20ού αιώνα. Δοκιμιογράφος και μυθιστοριογράφος, ο Ενίς Μπατούρ, που μετά το 2004 αφιερώνεται κυρίως στη συγγραφή και διαμένει τακτικά στο Παρίσι, έχει γράψει περίπου διακόσια έργα που του χάρισαν πολλές διακρίσεις και ορισμένα από τα οποία έχουν μεταφραστεί. Στα γαλλικά τα βιβλία του δημοσιεύονται κυρίως από τις εκδόσεις Actes Sud. Στις εκδόσεις Bleu autour, δημοσίευσε μία συλλογή διηγημάτων με τίτλο Le facteur d’Üsküdar (Ο ταχυδρόμος του Ουσκουντάρ), ένα δοκίμιο με τίτλο D’une bibliothèque à l’autre (Από τη μία βιβλιοθήκη ως την άλλη), ένα σημαντικό βιβλίο (σε συνεργασία) με τίτλο Ottomanes – Autochromes de Jules Gervais – Courtellemont (Οθωμανοί – Αυτοχρωμίες του Ζιλ Ζερβέ Κουρτελμόν) και τον πρόλογο ή τον επίλογο για πολλά έργα, μεταξύ των οποίων το Le Samovar (το Σαμοβάρι, νουβέλα) του Σαΐτ Φαΐκ Αμπασιγιανίκ και το J’ai vu la mer (Είδα τη θάλασσα, ένα ανθολόγιο σύγχρονης τουρκικής ποίησης).
Mετάφραση: Μαρία Παπαδοπούλου

Διαθέσιμο κατόπιν παραγγελίας

Κωδικός προϊόντος: NO ISBLKDFSlokjjhiu Κατηγορία:

Περιγραφή

Τα τρία Μπέγιογλου
Ο μύθος μιας λεωφόρου το σούρουπο

Enis Batur

H κίνηση στο Μπέγιογλου αρχίζει από δύο διαφορετικά σημεία, όπως δυο κοψίματα στην ίδια σάρκα, δυο πληγές από μαχαίρι που ανοίγουν και διασταυρώνονται, μπλέκοντας η μία με την άλλη. Ο Πύργος του Γαλατά είναι το σημείο που ενώνονται οι δύο αυτές γραμμές, αφήνοντας να φανούν οι ματωμένοι ιστοί, οι κομμένοι μύες, τα νεύρα, το πλάσμα και το πύον. Πολλοί Κωνσταντινουπολίτες επέλεγαν πάντα το σημείο αυτό της πόλης για να κάνουν τον σταυρό τους. Μπορούμε να διαπιστώσουμε πως το έβλεπαν από χρόνια σαν ένα όργανο που έπασχε από γάγγραινα, ένα έλος που θα ήταν καλύτερα να αποξηρανθεί, ένα στοιχείο που η μνήμη θα έπρεπε να αποβάλει, να διαγράψει, να πετάξει, τόσο πολύ τους ταράζει, τόσο το παρελθόν όσο και το παρόν του. Όπως συμβαίνει πάντα, όμως, στην άλλη όψη του νομίσματος είναι χαραγμένη μια τελείως διαφορετική και καθ’ όλα αντίθετη οπτική για το Μπέγιογλου: η διαδρομή από την πλατεία Ταξίμ μέχρι το Τούνελ αντιπροσωπεύει πολλά περισσότερα από έναν απλό λιθόστρωτο δρόμο, από μια απλή λεωφόρο. Είτε την αποκαλέσουμε Μεγάλη οδό του Πέρα, ή Κεμπίρ, Ιστικλάλ ή Μπέγιογλου, από αυτήν την πυώδη πληγή περνάει η κεντρική αρτηρία, η κεντρική φλέβα της πόλης. 
Ωστόσο, παρά το μέγεθος και το εύρος της, δεν τίθεται θέμα σύγκρισης με τα Ηλύσια Πεδία στο Παρίσι ή την Πέμπτη Λεωφόρο στη Νέα Υόρκη. Εξάλλου, στις περισσότερες πόλεις ανά τον κόσμο μπορεί να βρει κανείς μεγάλες λεωφόρους της ίδιας εποχής που έχουν αναπτύξει ένα σύγχρονο προφίλ σε συνάρτηση με το αλλοτινό κύρος τους. Όπως και να έχει, οφείλουμε να παρατηρήσουμε πως η Ιστικλάλ είναι φορέας αμέτρητων πραγματικοτήτων που αποδίδονται στη γοητεία, στη σωρεία συμβόλων ή στις αναθυμιάσεις ζωής που προέρχονται από την καθεμιά από αυτές: κατά τη γνώμη μου, δεν πρόκειται τόσο για υπεροχή στυλ ή ύφους, σίγουρα όχι: στην πραγματικότητα, είναι μάλλον αυτό το συνονθύλευμα από ανθρώπους, εικόνες, φήμες ή εφιάλτες των 150 χρόνων ιστορίας της, που φέρνει από το χθες στο σήμερα όλο αυτό το διάστημα που πέρασε σχεδόν άυπνα, και μάλιστα με τέτοιο ρυθμό εξέλιξης, αντίστοιχο με ποταμού μεγάλης ροής —για τον λόγο αυτό, εξάλλου, δεν συγκρίνεται με καμία άλλη. 
Ο λόγος αυτός της «μελοδραματικής νοσταλγίας», που όσοι θα ήθελαν να σβήσουν το Μπέγιογλου από τον χάρτη, αν είχαν τα μέσα, δεν σταματούν να αναμασούν, εδώ και πάνω από το ένα τέταρτο του αιώνα, ως κριτήριο για την απόφαση αυτή, θα έπρεπε να έχει καταργηθεί από καιρό, όχι γιατί τέτοιου τύπου νοσταλγίες δεν είναι απαραίτητες, αλλά απλά γιατί μια τέτοια προσέγγιση εκφράζει μια μειωτική, αφύσικη οπτική αυτής της λεωφόρου και ενός ιδιαίτερου τρόπου ζωής που προσπάθησε να ανοιχτεί από εκεί σε ολόκληρη την πόλη. Εξάλλου, από τις όχθες του Βοσπόρου μέχρι τη λεωφόρο Μπαγκντάντ, περνώντας από τα Πριγκηπόνησα και έως το Μόδι, η Κωνσταντινούπολη δεν ήταν πάντα φορέας ενός νεολεβαντίνικου τρόπου ζωής;
Αυτοί που δεν αισθάνονταν καλά με το παρόν, προτίμησαν να ξαναβυθιστούν στο παρελθόν για να ξεθάψουν το Μπέγιογλου. Αυτή η πόλη μέσα στην πόλη, που ξεκινά από τον άξονα Ταξίμ-Τούνελ και, μέσα από δεκάδες δαιδαλώδη μικρά δρομάκια, εκτείνεται σε μια πολύ πιο ευρεία περιοχή, περικλείοντας τον Γαλατά ή τη λεωφόρο Μεσρουτιγιέτ, μέχρι το Τοπ Χανέ από τη μία και το Ντολάπντερε από την άλλη, δεν αποτελεί απλώς το κέντρο του εξευρωπαϊσμού, της κοινωνίας της κατανάλωσης, των εναλλακτικών τρόπων ζωής ή την εστία που φιλοξενεί ένα κοινωνικό στρώμα που περιθωριοποιείται με τη δικαιολογία πως «είναι ξένο προς εμάς»: υπήρξε, επίσης, θύρα εξόδου για όλους αυτούς που ένιωθαν εγκλωβισμένοι στα αφόρητα πληκτικά ήθη και έθιμα της Κωνσταντινούπολης και που ήθελαν να ξεφύγουν από αυτόν τον καταπιεστικό τρόπο ζωής. Όταν μια πόλη γίνεται φυλακή, καταλήγει πάντα να ραγίζει από τη μία ή την άλλη πλευρά: αργά ή γρήγορα, επιβάλλεται η εκδίκηση της ελευθερίας. …

Aπόσπασμα από το διήγημα του Enis Batur που δημοσιεύεται στο τεύχος του ΕΝΕΚΕΝ αφιερωμένο στη σύγχρονη τουρκική λογοτεχνία. Ο Ενίς Μπατούρ (Εnis Batur) γεννήθηκε το 1952 στο Εσκισεχίρ. Απόφοιτος του γαλλόφωνου λυκείου Σαν Ζοζέφ της Κωνσταντινούπολης, ακολούθησε σπουδές φιλολογίας και φιλοσοφίας στην Άγκυρα, στην Κωνσταντινούπολη και στο Παρίσι. Ποιητής ήδη από την εφηβεία του, δεν αργεί να διευθύνει λογοτεχνικά περιοδικά, έπειτα εργάζεται στον έντυπο Τύπο, προτού αφοσιωθεί με επιτυχία στον τομέα των εκδόσεων. Το όνομά του παραμένει συνδεδεμένο με τις εκδόσεις Yapi Kredi Yayinları (YKY) της Κωνσταντινούπολης, τις οποίες ίδρυσε το 1992 και διηύθυνε μέχρι το 2004, εκδίδοντας και επανεκδίδοντας ιδίως έργα πολλών από τους πιο σημαντικούς Τούρκους συγγραφείς του 20ού αιώνα. Δοκιμιογράφος και μυθιστοριογράφος, ο Ενίς Μπατούρ, που μετά το 2004 αφιερώνεται κυρίως στη συγγραφή και διαμένει τακτικά στο Παρίσι, έχει γράψει περίπου διακόσια έργα που του χάρισαν πολλές διακρίσεις και ορισμένα από τα οποία έχουν μεταφραστεί. Στα γαλλικά τα βιβλία του δημοσιεύονται κυρίως από τις εκδόσεις Actes Sud. Στις εκδόσεις Bleu autour, δημοσίευσε μία συλλογή διηγημάτων με τίτλο Le facteur d’Üsküdar (Ο ταχυδρόμος του Ουσκουντάρ), ένα δοκίμιο με τίτλο D’une bibliothèque à l’autre (Από τη μία βιβλιοθήκη ως την άλλη), ένα σημαντικό βιβλίο (σε συνεργασία) με τίτλο Ottomanes – Autochromes de Jules Gervais – Courtellemont (Οθωμανοί – Αυτοχρωμίες του Ζιλ Ζερβέ Κουρτελμόν) και τον πρόλογο ή τον επίλογο για πολλά έργα, μεταξύ των οποίων το Le Samovar (το Σαμοβάρι, νουβέλα) του Σαΐτ Φαΐκ Αμπασιγιανίκ και το J’ai vu la mer (Είδα τη θάλασσα, ένα ανθολόγιο σύγχρονης τουρκικής ποίησης).

Mετάφραση: Μαρία Παπαδοπούλου

Επιπρόσθετες Πληροφορίες

Συγγραφέας

Έτος

Εκδόσεις

Προμηθευτής

Έκπτωση Προμηθευτή

Άλλα