Περιγραφή
«δεκαεφτάμισι χρονών έφυγα, ο αδελφός μου ήταν ναυτικός, εγώ τη θάλασσα δεν την ήθελα, τι μπορούσα να κάνω; άνθρωπος αγράμματος, ξύλο απελέκητο· στο βέλγιο ήταν μια ξαδέλφη μου, είχαν πάει, με τον άντρα της, εγώ πήγα σαν τουρίστας, τουρίστας άπορος· είχε δανειστεί ο πατέρας μου δυο χιλιάρικα, και ένα χιλιάρικο που είχα εγώ, ήταν τα εκατό δολάρια που έπρεπε να ‘χεις μαζί σου· στις δεκαπέντε σεπτεμβρίου του εξήντα τρία πέρασα την ειδομένη με το τρένο· μόναχο, κολωνία και μετά βέλγιο»