Περιγραφή
το αγουροξυπνημένο νερό μού μίλησε
αλλά κλειστή η ψυχή μου
δεν άκουσα
αντιθέτως μπορούσε
η φωνή μου να περιφέρεται νυσταγμένη πάνω απ’ τις καλαμποκιές
μουρμουρητό αν ακουγόντανε αν κλαίγαν τα πουλιά για αέρα και τα δέντρα για νερό
και ο καιρός σκαντζόχοιρος με τα βελόνια του σπασμένα αν περνούσε φορώντας γάντι τα γέλια μου στο πρόσωπό του
έχοντας γλυκιά τη γεύση μου στο στόμα
αν πλεονεκτήματα κάθε αίσθηση του δέρματος κάθε τυχαία αφή μου άφηνε
απολεπίσεις ακοές στ’ αυτιά
με όσφρηση ουσιαστικά παρούσα
κι οράματα κάποια που έβλεπα και ήτανε αυτοεκκλησιαστικά
ήρθε πάλι το νερό σαν πλημμύρα στη στεριά νευριασμένο να με πνίξει. [Από την έκδοση]