ΠΥΡΑΜΙΔΑ 67 ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΤΟΥ ΕΜΦΥΛΙΟΥ – ΜΕ ΑΝΕΚΔΟΤΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΑΙ ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΤΟΥ ΡΕΝΟΥ

22,82 

Στα όσα πράξατε, ο λαός αυτός, πολύ σοφώτερός σας, πολύ ανθρωπινώτερός σας, δε σας αντέτασσε τα όπλα, που όλοι του βάζατε στα χέρια, παρά ένα τραγούδι, έναν πόνο – τον πιο βαθύ πόνο του ανθρώπου! Δεν σας έλεγε να πάτε νa πεθάνετε – καθώς τον στέλνατε σεις. Σας θύμιζε μόνο τη μάνα σας, τη δικιά σας τη μάνα, που όμοια και για σας θα πονούσε, όσο ένοχοι κι αν είσαστε! Πάνω στa υψώματα, απ’ τα μεγάφωνα των μονάδων, που ήταν στημένα για την προπαγάνδα, κι απ’ τα χωνιά τ’ αντάρτικα, που ήταν για τη «διαφώτιση», τρία ολάκερα χρόνια, σαν τελείωναν τα διαταγμένα λόγια τους οι «επίτροποι» κ’ οι «Α2», τραγουδούσαν οι άλλοι το ίδιο τραγούδι:

Κάποια μάνα αναστενάζει,
μέρα-νύχτα ανησυχεί…

Κάθε νύχτα το ίδιο – πονεμένο, αληθινό, κλαμένο… Και κάθε μέρα, το αίμα πάλι, εξαιτίας σας.

Σας ενωχλούσε εσάς ένα τραγούδι, κ’ εμείς φορτώναμε τον αδερφό μας στα μουλάρια, και τον βλαστημούσαμε που ήταν σαν ξύλο και δε βολούσε να τον δέσουμε με την τριχιά… Σας πείραζ’ ένα τραγούδι εσάς. Μα εμείς το λέγαμε γιατί σκεφτόμαστε τη μάνα του αδερφού μας, που μας κατρακύλαγε νεκρός, μες στις χαράδρες. Σκεφτόμαστε τη μάνα του και κλαίγαμε!…

Οι αριστουργηματικές του σελίδες μοιάζουν με φλόγες που αναπηδούν πάνω από το σύγχρονο τέλμα.

[…] Η “Πυραμίδα 67” βγήκε απ’ τις 5000 εκείνες σελίδες συρμάτινων μπλοκ που έγραψα κ’ έστελνα, με κίνδυνο της ζωής μου πρόσθετο απ’ τα στρατοδικεία της Δεξιάς που μ’ είχε στρατεύσει. Και με τον πιο απλό – πιο “αντιλογοτεχνικό” θάλεγε κανείς ίσως – τρόπο: Έβαλα τα “γράμματα” στην απόλυτη χρονολογική τους σειρά, και κράταγα μόνο μια φορά το κάθετί τους (πορείες, να πούμε, βάσανα του πολέμου), όσο κι αν επαναλαμβάνονταν στην πραγματικότητα. Ύστερα έδωσα στον πατέρα μου το τελικό γραφτό πούχε προκύψει, κι αυτός έκοψε – πολλές φορές και με το ψαλίδι, σελίδες επί σελίδων – κι άφησε σχεδόν τα μισά. […] Κ’ η “Πυραμίδα 67” δεν έχει ούτ’ ένα ψέμα ουσίας, ούτ΄ένα φτειασίδι, στολίδι, “μερεμέτι” – κι ούτε το χρειάζεται. Η πραγματικότητα δεν παίρνει διόρθωση, μας αρέσει δε μας αρέσει. […] (Από τον πρόλογο της έκδοσης)

Διαθέσιμο κατόπιν παραγγελίας

Κωδικός προϊόντος: 9789600512469 Κατηγορία:

Περιγραφή

Στα όσα πράξατε, ο λαός αυτός, πολύ σοφώτερός σας, πολύ ανθρωπινώτερός σας, δε σας αντέτασσε τα όπλα, που όλοι του βάζατε στα χέρια, παρά ένα τραγούδι, έναν πόνο – τον πιο βαθύ πόνο του ανθρώπου! Δεν σας έλεγε να πάτε νa πεθάνετε – καθώς τον στέλνατε σεις. Σας θύμιζε μόνο τη μάνα σας, τη δικιά σας τη μάνα, που όμοια και για σας θα πονούσε, όσο ένοχοι κι αν είσαστε! Πάνω στa υψώματα, απ’ τα μεγάφωνα των μονάδων, που ήταν στημένα για την προπαγάνδα, κι απ’ τα χωνιά τ’ αντάρτικα, που ήταν για τη «διαφώτιση», τρία ολάκερα χρόνια, σαν τελείωναν τα διαταγμένα λόγια τους οι «επίτροποι» κ’ οι «Α2», τραγουδούσαν οι άλλοι το ίδιο τραγούδι:

Κάποια μάνα αναστενάζει,
μέρα-νύχτα ανησυχεί…

Κάθε νύχτα το ίδιο – πονεμένο, αληθινό, κλαμένο… Και κάθε μέρα, το αίμα πάλι, εξαιτίας σας.

Σας ενωχλούσε εσάς ένα τραγούδι, κ’ εμείς φορτώναμε τον αδερφό μας στα μουλάρια, και τον βλαστημούσαμε που ήταν σαν ξύλο και δε βολούσε να τον δέσουμε με την τριχιά… Σας πείραζ’ ένα τραγούδι εσάς. Μα εμείς το λέγαμε γιατί σκεφτόμαστε τη μάνα του αδερφού μας, που μας κατρακύλαγε νεκρός, μες στις χαράδρες. Σκεφτόμαστε τη μάνα του και κλαίγαμε!…

Οι αριστουργηματικές του σελίδες μοιάζουν με φλόγες που αναπηδούν πάνω από το σύγχρονο τέλμα.

[…] Η “Πυραμίδα 67” βγήκε απ’ τις 5000 εκείνες σελίδες συρμάτινων μπλοκ που έγραψα κ’ έστελνα, με κίνδυνο της ζωής μου πρόσθετο απ’ τα στρατοδικεία της Δεξιάς που μ’ είχε στρατεύσει. Και με τον πιο απλό – πιο “αντιλογοτεχνικό” θάλεγε κανείς ίσως – τρόπο: Έβαλα τα “γράμματα” στην απόλυτη χρονολογική τους σειρά, και κράταγα μόνο μια φορά το κάθετί τους (πορείες, να πούμε, βάσανα του πολέμου), όσο κι αν επαναλαμβάνονταν στην πραγματικότητα. Ύστερα έδωσα στον πατέρα μου το τελικό γραφτό πούχε προκύψει, κι αυτός έκοψε – πολλές φορές και με το ψαλίδι, σελίδες επί σελίδων – κι άφησε σχεδόν τα μισά. […] Κ’ η “Πυραμίδα 67” δεν έχει ούτ’ ένα ψέμα ουσίας, ούτ΄ένα φτειασίδι, στολίδι, “μερεμέτι” – κι ούτε το χρειάζεται. Η πραγματικότητα δεν παίρνει διόρθωση, μας αρέσει δε μας αρέσει. […] (Από τον πρόλογο της έκδοσης)

Επιπρόσθετες Πληροφορίες

Συγγραφέας

Επιμέλεια

Έτος

ISBN

Εκδόσεις

Προμηθευτής

Άλλα