Περιγραφή
Αναφώνησε δε ο Θεός απαυδισμένος: “Ρε, δεν πάτε όλοι σας να συνευρεθείτε (αλλιώς το είπε) μ’ έχετε πρήξει πια”. Και φωνή τραχεία, εξίσου απαυδισμένη, απάντησε στα ίσα: “Να πας εσύ να συνευρεθείς” (άλλο ρήμα ακούστηκε). Και αφού το σκέφτηκε ο Θεός, πήγε. Για μέρες δεν μπορούσε να καθίσει μεγαλοπρεπώς στο θρόνο του. Είχε δε ένα χαμόγελο, μα τι χαμόγελο. Απερίγραπτο και ανεικονικό. Θα δούμε τώρα. […] (Από την έκδοση)