Ο ΣΚΥΛΟΣ ΜΟΥ Ο ΗΛΙΘΙΟΣ ΜΙΑ ΠΑΤΡΙΚΗ ΝΟΥΒΕΛΑ

15,00 

Κάποτε είχε μεγάλες φιλοδοξίες από τον εαυτό του, αλλά τώρα, στα πενηνταπέντε του, ο Χένρι Μολίσε αισθάνεται ξοφλημένος. Τα βιβλία του δεν πουλάνε, τα σενάριά του απορρίπτονται, λεφτά δεν βγάζει. Η γυναίκα του κλείνεται με τις ώρες στο μπάνιο και δεν θέλει να του μιλήσει, ενώ τα τέσσερα αχάριστα βλαστάρια του, όχι μόνο τον περιφρονούν, μα κι ετοιμάζονται να εγκαταλείψουν την πατρική εστία. Ταλαντευόμενος μεταξύ κυνισμού και αυτοοικτιρμού, ο Χένρι Μολίσε θέλει να τα παρατήσει όλα και να πάει στη Ρώμη, στην Πιάτσα Ναβόνα, να τρώει καρπούζια, παρέα με μια μελαχροινούλα. Και τότε, αναπάντεχα, ένας τεράστιος, εκκεντρικός σκύλος εγκαθίσταται με το στανιό στο σπίτι και δεν λέει να ξεκουμπιστεί.
Μασκαρεμένη σαν μια βέβηλη κωμωδία, η νουβέλα αυτή είναι μια σπουδή στην ανδρική ψυχή – της διχασμένης της ανάγκης για επιβεβαίωση και αγάπη, μαζί με το φόβο της για την αποτυχία και τη μοναξιά.

“Το κακόμοιρο το πλασματάκι, παρέα ήθελε” είπε η Χάριετ.
Τότε είδαμε το καρότο. Το είδαμε όλοι ταυτόχρονα, να φεγγοβολά σαν φλόγιστρο. Το είδε και ο Κολπ.
Ο Κολπ έκανε να σηκωθεί. Αυτό δεν άρεσε του σκύλου, κι ακούστηκε ένα γρύλισμα, τα δόντια φάνηκαν, και το σκυλί ξαφνικά βρέθηκε από πάνω από τον Κολπ, πατώντας του την πλάτη, τα άγρια δόντια πάνω απ’ το λαιμό του νεαρού άνδρα, απειλητικά, δείχνοντάς του ότι έπρεπε να μείνει ακίνητος, να υποταχθεί ειρηνικά, όσο το καρότο χτυπιόταν πάνω στο τζιν του. Ζαπ ζαπ ζαπ! Ο Κολπ έμεινε ακίνητος, με το μεγάλο αφρισμένο στόμα του σκυλιού πάνω απ’ το πρόσωπό του.
Η Τίνα τσίριξε, η Χάριετ κάλυψε τα μάτια της και φώναξε “Ω Θεέ μου!”. Εγώ παρακολουθούσα το σκηνικό εκστασιασμένος. Κράτησε περίπου πέντε δευτερόλεπτα. Με το που ακούμπησε το καρότο τη σκληρή υφή του τζιν απογοητεύτηκε και γρήγορα υποχώρησε στο θηκάρι του. Ζοχαδιασμένος ο σκύλος κατέβηκε απ’ τον Κολπ κι άρχισε να περιφέρεται στην κουζίνα.”

Διαθέσιμο κατόπιν παραγγελίας

Κωδικός προϊόντος: 9786188445956 Κατηγορία:

Περιγραφή

Κάποτε είχε μεγάλες φιλοδοξίες από τον εαυτό του, αλλά τώρα, στα πενηνταπέντε του, ο Χένρι Μολίσε αισθάνεται ξοφλημένος. Τα βιβλία του δεν πουλάνε, τα σενάριά του απορρίπτονται, λεφτά δεν βγάζει. Η γυναίκα του κλείνεται με τις ώρες στο μπάνιο και δεν θέλει να του μιλήσει, ενώ τα τέσσερα αχάριστα βλαστάρια του, όχι μόνο τον περιφρονούν, μα κι ετοιμάζονται να εγκαταλείψουν την πατρική εστία. Ταλαντευόμενος μεταξύ κυνισμού και αυτοοικτιρμού, ο Χένρι Μολίσε θέλει να τα παρατήσει όλα και να πάει στη Ρώμη, στην Πιάτσα Ναβόνα, να τρώει καρπούζια, παρέα με μια μελαχροινούλα. Και τότε, αναπάντεχα, ένας τεράστιος, εκκεντρικός σκύλος εγκαθίσταται με το στανιό στο σπίτι και δεν λέει να ξεκουμπιστεί.
Μασκαρεμένη σαν μια βέβηλη κωμωδία, η νουβέλα αυτή είναι μια σπουδή στην ανδρική ψυχή – της διχασμένης της ανάγκης για επιβεβαίωση και αγάπη, μαζί με το φόβο της για την αποτυχία και τη μοναξιά.

“Το κακόμοιρο το πλασματάκι, παρέα ήθελε” είπε η Χάριετ.
Τότε είδαμε το καρότο. Το είδαμε όλοι ταυτόχρονα, να φεγγοβολά σαν φλόγιστρο. Το είδε και ο Κολπ.
Ο Κολπ έκανε να σηκωθεί. Αυτό δεν άρεσε του σκύλου, κι ακούστηκε ένα γρύλισμα, τα δόντια φάνηκαν, και το σκυλί ξαφνικά βρέθηκε από πάνω από τον Κολπ, πατώντας του την πλάτη, τα άγρια δόντια πάνω απ’ το λαιμό του νεαρού άνδρα, απειλητικά, δείχνοντάς του ότι έπρεπε να μείνει ακίνητος, να υποταχθεί ειρηνικά, όσο το καρότο χτυπιόταν πάνω στο τζιν του. Ζαπ ζαπ ζαπ! Ο Κολπ έμεινε ακίνητος, με το μεγάλο αφρισμένο στόμα του σκυλιού πάνω απ’ το πρόσωπό του.
Η Τίνα τσίριξε, η Χάριετ κάλυψε τα μάτια της και φώναξε “Ω Θεέ μου!”. Εγώ παρακολουθούσα το σκηνικό εκστασιασμένος. Κράτησε περίπου πέντε δευτερόλεπτα. Με το που ακούμπησε το καρότο τη σκληρή υφή του τζιν απογοητεύτηκε και γρήγορα υποχώρησε στο θηκάρι του. Ζοχαδιασμένος ο σκύλος κατέβηκε απ’ τον Κολπ κι άρχισε να περιφέρεται στην κουζίνα.” 

Επιπρόσθετες Πληροφορίες

Συγγραφέας

Έτος

Εκδόσεις

Προμηθευτής

Έκπτωση Προμηθευτή

Μετάφραση

Άλλα