ΤΑ ΔΟΝΤΙΑ ΤΗΣ ΜΥΛΟΠΕΤΡΑΣ

9,58 

Η νύχτα είναι φοβερή· όσο φωτάει, όλο και με κάτι τραβιέμαι, μα σαν ξαπλώσω, σε παγκάκι για κατάχαμα, για σε παρατημένο γιαπί, τ’ άντερά μου στρίβουνε και το στομάχι μου μαζεύει και πονά, δεν μπορώ να συχάσω.
Αποκαμωμένον, με παίρνει ο ύπνος ώρες ώρες, βαρύς. Τον κόβουνε βραχνάδες, και σαν ξυπνήσω, το κεφάλι μου βουίζει, έχω κομμάρες. Ξάγρυπνον πάλι με πιάνει ζαλάδα και γυρεύω να ξεράσω, και τ’ αδειανό στομάχι μου δεν έχει τι να βγάλει. Φονικό κάνω για ένα ξεροκόμματο.
Αχάμνυνα, θ’ αρχινήσω να πρήσκουμαι – έχω δει. Δεν τήνε βγάζω, έτσι κι αλλιώς.
Με το σούρουπο μπαίνω στο Πάρκο και τρώω κόκκινους σπόρους από τις πυραγκαθιές – μέρα, ντρέπουμαι. Ύστερα με πιάνει κόψιμο και πονάω διπλά, δε βλέπω κιόλας στα σκοτεινά, τα χέρια μου ματώνουνε. Παρηγοριά ‘ναι κι αυτή, να μασάς, να φτύνεις· όλο και κάτι θα μείνει.

Διαθέσιμο κατόπιν παραγγελίας

Κωδικός προϊόντος: 9789600313949 Κατηγορία:

Περιγραφή

Η νύχτα είναι φοβερή· όσο φωτάει, όλο και με κάτι τραβιέμαι, μα σαν ξαπλώσω, σε παγκάκι για κατάχαμα, για σε παρατημένο γιαπί, τ’ άντερά μου στρίβουνε και το στομάχι μου μαζεύει και πονά, δεν μπορώ να συχάσω.
Αποκαμωμένον, με παίρνει ο ύπνος ώρες ώρες, βαρύς. Τον κόβουνε βραχνάδες, και σαν ξυπνήσω, το κεφάλι μου βουίζει, έχω κομμάρες. Ξάγρυπνον πάλι με πιάνει ζαλάδα και γυρεύω να ξεράσω, και τ’ αδειανό στομάχι μου δεν έχει τι να βγάλει. Φονικό κάνω για ένα ξεροκόμματο.
Αχάμνυνα, θ’ αρχινήσω να πρήσκουμαι – έχω δει. Δεν τήνε βγάζω, έτσι κι αλλιώς.
Με το σούρουπο μπαίνω στο Πάρκο και τρώω κόκκινους σπόρους από τις πυραγκαθιές – μέρα, ντρέπουμαι. Ύστερα με πιάνει κόψιμο και πονάω διπλά, δε βλέπω κιόλας στα σκοτεινά, τα χέρια μου ματώνουνε. Παρηγοριά ‘ναι κι αυτή, να μασάς, να φτύνεις· όλο και κάτι θα μείνει. 

Επιπρόσθετες Πληροφορίες

Συγγραφέας

Έτος

ISBN

Εκδόσεις

Προμηθευτής

Έκπτωση Προμηθευτή

Άλλα