ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΤΟΥ ΧΑΛ

11,50 

ΟΙ ΗΡΩΕΣ ΤΩΝ ΤΡΙΩΝ ΙΣΤΟΡΙΩΝ του Γιώργου Μητά ζουν και κινούνται στα γερασμένα σπίτια, στους έρημους δρόμους, στις εγκαταλειμμένες αποβάθρες του λιμανιού του Χάλ, μέσα σ’ ένα σκοτεινό χειμωνιάτικο σκηνικό. Ωστόσο κάποιες μικρές φωτεινές εστίες -η Κεντρική Βιβλιοθήκη, που η πρόσοψή της ακτινοβολεί μες στο λυκόφως, η παμπ, που προβάλλει σαν φάρος μες στο σκοτάδι- αλλά και οι λιγοστές ηλιόλουστες ημέρες καταφέρνουν να ζεστάνουν τις ψυχές τους, απαλύνοντας τη μοναξιά, τον πόνο του ανεκπλήρωτου έρωτα, την υπαρξιακή αγωνία. Το κέλυφος της μοναξιάς τους όμως διαρρηγνύεται πραγματικά μόνο από την παρουσία ενός άλλου άνθρωπου στη ζωή τους: όταν η ηλικιωμένη κυρία Ρότζερς συναντήσει τον Λουίς, ο τυφλός φοιτητής Ντόναλντ τον νεαρό Έλληνα και ο Στηβ, ο ασπρομάλλης γίγαντας με την παιδική ψυχή, τον Τούρκο φοιτητή Αζίζ, οι μοναχικές τροχιές τους θα διασταυρωθούν, αφήνοντας φωτεινά σημάδια στον χάρτη της πόλης, χνάρια τρυφερότητας και ελπίδας. Θα γράψουν έτσι το δικό τους μικρό χρονικό του Γιόρκσαϊρ, τις δικές τους Ιστορίες του Χάλ. Πίσω και πέρα από τις ανθρώπινες ιστορίες προβάλλει η πόλη του Χάλ, με το λαμπρό παρελθόν και το ξεθωριασμένο παρόν. Γκρίζα και σκυθρωπή, εκτεθειμένη στην παγωμένη ανάσα της Βόρειας Θάλασσας, υπομένει έναν βαρύ κι ατέλειωτο χειμώνα. Και κάπου στο βάθος, αδιάφορος απέναντι στο ανθρώπινο δράμα, ο ποταμός Χάλ κυλά τα σκοτεινά νερά του. (Από την παρουσίαση στο οπισθόφυλλο του βιβλίου)

Ο συγγραφέας μας παρουσιάζει τρεις διαφορετικές εκδοχές ανθρωπιάς μέσα σε έναν τόπο υγρό, δίχως φως, συγκροτημένο και συγκρατημένο, όπου τα αισθήματα κρατούν αποστάσεις μεγάλης ευγένειας και, παρά τη μελαγχολική τους εκδοχή, μας ανακουφίζουν μέσα από μια διακριτικά ανθρώπινη λυτρωτική αισιοδοξία. Η απλότητα και η βαθύτητα των διηγημάτων συνεπικουρούνται από μια γλώσσα αντάξια της ευγενούς παράδοσής της. […] Μοναξιά, μελαγχολία, βόρειο υγρό και θαμπό τοπίο, αβόλευτοι έρωτες· όλα καταλήγουν στο μέγα θάμβος της ανθρώπινης συνθήκης που διψά για ανθρώπινη παρουσία. (Ξ. Μπρουντζάκης, Το Ποντίκι, 23/2/2012)

Με ένα επιτυχημένο παιχνίδι αλληλουχιών, ο Μητάς περνά από το φυσικό στο πολιτισμικό επίπεδο και στη συνέχεια στο ψυχολογικό, συντονίζοντας τα αισθήματα των ηρώων του με αυτά του αναγνώστη πάνω σε ήχους μουσικών που δεν πλαισιώνουν αλλά σημαίνουν, ως διακειμενικές αναφορές, ρητές, σαν τις ταινίες, και υπόρρητες. Επιλέγοντας τον χαμηλό τόνο και μια απροσδιοριστία που επιτείνει το αίσθημα της υπαρξιακής αγωνίας, στηριγμένος σε μία γλώσσα καλοδουλεμένη που υποστηρίζει την αμφισημία, ο Μητάς πραγματοποιεί λοιπόν την είσοδό του στα νεοελληνικά γράμματα με τους καλύτερους οιωνούς. Αναμένουμε τη συνέχεια. (Τ. Δημητρούλια, Η Καθημερινή, 17/6/2012)

Σε απόθεμα (επιπλέον μπορεί να ζητηθεί κατόπιν παραγγελίας)

Κωδικός προϊόντος: 2431 Κατηγορία:

Περιγραφή

ΟΙ ΗΡΩΕΣ ΤΩΝ ΤΡΙΩΝ ΙΣΤΟΡΙΩΝ του Γιώργου Μητά ζουν και κινούνται στα γερασμένα σπίτια, στους έρημους δρόμους, στις εγκαταλειμμένες αποβάθρες του λιμανιού του Χάλ, μέσα σ’ ένα σκοτεινό χειμωνιάτικο σκηνικό. Ωστόσο κάποιες μικρές φωτεινές εστίες -η Κεντρική Βιβλιοθήκη, που η πρόσοψή της ακτινοβολεί μες στο λυκόφως, η παμπ, που προβάλλει σαν φάρος μες στο σκοτάδι- αλλά και οι λιγοστές ηλιόλουστες ημέρες καταφέρνουν να ζεστάνουν τις ψυχές τους, απαλύνοντας τη μοναξιά, τον πόνο του ανεκπλήρωτου έρωτα, την υπαρξιακή αγωνία. Το κέλυφος της μοναξιάς τους όμως διαρρηγνύεται πραγματικά μόνο από την παρουσία ενός άλλου άνθρωπου στη ζωή τους: όταν η ηλικιωμένη κυρία Ρότζερς συναντήσει τον Λουίς, ο τυφλός φοιτητής Ντόναλντ τον νεαρό Έλληνα και ο Στηβ, ο ασπρομάλλης γίγαντας με την παιδική ψυχή, τον Τούρκο φοιτητή Αζίζ, οι μοναχικές τροχιές τους θα διασταυρωθούν, αφήνοντας φωτεινά σημάδια στον χάρτη της πόλης, χνάρια τρυφερότητας και ελπίδας. Θα γράψουν έτσι το δικό τους μικρό χρονικό του Γιόρκσαϊρ, τις δικές τους Ιστορίες του Χάλ. Πίσω και πέρα από τις ανθρώπινες ιστορίες προβάλλει η πόλη του Χάλ, με το λαμπρό παρελθόν και το ξεθωριασμένο παρόν. Γκρίζα και σκυθρωπή, εκτεθειμένη στην παγωμένη ανάσα της Βόρειας Θάλασσας, υπομένει έναν βαρύ κι ατέλειωτο χειμώνα. Και κάπου στο βάθος, αδιάφορος απέναντι στο ανθρώπινο δράμα, ο ποταμός Χάλ κυλά τα σκοτεινά νερά του. (Από την παρουσίαση στο οπισθόφυλλο του βιβλίου)

Ο συγγραφέας μας παρουσιάζει τρεις διαφορετικές εκδοχές ανθρωπιάς μέσα σε έναν τόπο υγρό, δίχως φως, συγκροτημένο και συγκρατημένο, όπου τα αισθήματα κρατούν αποστάσεις μεγάλης ευγένειας και, παρά τη μελαγχολική τους εκδοχή, μας ανακουφίζουν μέσα από μια διακριτικά ανθρώπινη λυτρωτική αισιοδοξία. Η απλότητα και η βαθύτητα των διηγημάτων συνεπικουρούνται από μια γλώσσα αντάξια της ευγενούς παράδοσής της. […] Μοναξιά, μελαγχολία, βόρειο υγρό και θαμπό τοπίο, αβόλευτοι έρωτες· όλα καταλήγουν στο μέγα θάμβος της ανθρώπινης συνθήκης που διψά για ανθρώπινη παρουσία. (Ξ. Μπρουντζάκης, Το Ποντίκι, 23/2/2012)

Με ένα επιτυχημένο παιχνίδι αλληλουχιών, ο Μητάς περνά από το φυσικό στο πολιτισμικό επίπεδο και στη συνέχεια στο ψυχολογικό, συντονίζοντας τα αισθήματα των ηρώων του με αυτά του αναγνώστη πάνω σε ήχους μουσικών που δεν πλαισιώνουν αλλά σημαίνουν, ως διακειμενικές αναφορές, ρητές, σαν τις ταινίες, και υπόρρητες. Επιλέγοντας τον χαμηλό τόνο και μια απροσδιοριστία που επιτείνει το αίσθημα της υπαρξιακής αγωνίας, στηριγμένος σε μία γλώσσα καλοδουλεμένη που υποστηρίζει την αμφισημία, ο Μητάς πραγματοποιεί λοιπόν την είσοδό του στα νεοελληνικά γράμματα με τους καλύτερους οιωνούς. Αναμένουμε τη συνέχεια. (Τ. Δημητρούλια, Η Καθημερινή, 17/6/2012)

Επιπρόσθετες Πληροφορίες

Συγγραφέας

Επιμέλεια

Έτος

ISBN

Εκδόσεις

Προμηθευτής